72 ώρες στη μέση του πουθενά (μέρος ένατο)

2024-08-04

είμαι ηδονοβλεψίας.

τι να κάνω? να μην το παραδεχτώ?

θα μπορούσα να μιλάω για ώρες για τέχνη και κουλτούρα και για τους τρόπους που ο Διαφωτισμός επηρέασε τις σύγχρονες κοινωνίες. για το πώς ο κάθε καλλιτέχνης κατάφερε να τιθασεύσει όλα όσα συνέβαιναν μέσα του και γύρω του και τα μετέτρεψε σε τέχνη. θα το έκανα με αυτάρεσκο ύφος και ακόμη κι αν δεν είμαι αλαζόνας, όταν μιλάω γι' αυτά καταλαβαίνω πως μπορεί να μοιάζω λιγάκι αλαζονικός στον ακροατή μου.

θα εξηγώ τις τεχνικές των σύγχρονων συγγραφέων της Δύσης και για το πώς μεγάλωσα διαβάζοντας τόσα πολλά βιβλία, πράγμα που με έκανε να διαφέρω από τους κοινούς εφήβους της ηλικίας μου. θα νόμιζε κάποιος ότι τον κοιτάω αφ' υψηλού και ότι νιώθω ότι χάρη στις γνώσεις μου και στην ανάπτυξη των ταλέντων μου θεωρώ πως οι περισσότεροι είναι κατώτεροί μου.

ίσως και να έχουν δίκιο.

ίσως και να έχω κι εγώ.

αλλά όσο και να χτίσει τον εγωισμό του ένας άντρας σε μια προσπάθεια να ανταγωνιστεί τους ομοίους του σε έναν αγώνα εντυπωσιασμού ενός θηλυκού, της στιγμή που θα βρεθεί αντιμέτωπος μαζί της, καταρρέουν τα πάντα. το κύρος του και τα διαπιστευτήριά του γίνονται καπνός. τα πιστοποιητικά και τα πτυχία του ανύπαρκτα και ανούσια. ένας σωστά δομημένος άνθρωπος με περγαμηνές και φήμη, μόλις δει μια γυναίκα που ποθεί υποβιβάζεται σε τίποτα περισσότερο από έναν απλό... ηδονοβλεψία.

αφού κατάφερα να περάσω λίγο χρόνο με τον εαυτό μου, άκουσα το τρίξιμο από τα ροδάκια του καροτσιού της να σέρνεται από το ένα δωμάτιο στο άλλο και έτρεξα κατευθείαν στο παράθυρο να τη χαζέψω.

η ορατότητά μου ήταν μειωμένη. ήταν στα δωμάτια ακριβώς κάτω από το δικό μου. καθάριζε τους κοινόχρηστους χώρους που έχουν ερημώσει. ακούγονται τα τασάκια να χτυπάνε για να αδειάσουν στον κάδο που είχε το καρότσι της. καθώς πλησίαζε προς τα δωμάτια στο βάθος, γινόταν όλο και περισσότερο ορατή. χτύπησε μερικές πόρτες και δεν της άνοιξαν. οι αλήτες!

η ρεσεψιονίστ εμφανίζεται και τη σταματάει να της μιλήσει λίγο. δεν μπορώ να ακούσω τι λένε αλλά της κουνάει το δάχτυλο και της δείχνει το ρολόι της. εκείνη της χαμογελάει και της κουνάει το κεφάλι καταφατικά. χαμογελάνε η μία στην άλλη και η χοντροκομμένη ρεσεψιονίστ επιστρέφει στο πόστο της.

εκείνη ανεβάζει το καρότσι της στον πάνω όροφο και το αφήνει στη θέση του. κοιτάζει λιγάκι γύρω της και μετά προς το παράθυρό μου. κάνω ένα γρήγορο βήμα πίσω. αποκλείεται να με είδε. δεν είμαι σίγουρος όμως. ίσως πρέπει να αποσυρθώ από το παράθυρο. αν κοιτάξω πάλι και με δει να την κοιτάω μπορεί να με περάσει για...

δεν κρατιέμαι όμως. επιστρέφω στη θέση μου. τραβάω την κουρτίνα στην άκρη με τα δυο μου δάχτυλα και επιστρέφω το βλέμμα μου στο σημείο που την άφησα. αλλά δεν είναι εκεί.

το βλέμμα μου τρέχει πανικόβλητο και σκανάρει όλο το οπτικό μου πεδίο ξανά και ξανά. δεν τη βλέπω πουθενά! με είδε! με κατάλαβε! ω, θεέ μου πόσο μπορεί να ρεζιλεύτικα? με είδε και έφυγε... το μάτι μου ακόμη σκανάρει.

και την εντοπίζει.

δίπλα από μια ξαπλώστρα μπροστά στη πισίνα. ξεκουμπώνει τα κουμπιά της στολής της και ανοίγει το πάνω μέρος της αποκαλύπτοντας τους ώμους της. τραβάει τους αγκώνες μέσα από τα μανίκια της και κατεβάζει το υπόλοιπο της στολής γύρω από τους αστραγάλους της. το κορμί της είναι σε κοινή θέα και καλύπτεται μονάχα από δύο λωρίδες υφάσματος στο χρώμα του ουρανού. όσο μαζεύει τη στολή της από το πάτωμα γυρίζει και κοιτάει ξανά προς το παράθυρό μου.

αυτή τη φορά κάνω μικρότερη κίνηση. η γωνιά απ' όπου την βλέπω προστατεύεται από την κουρτίνα. αποκλείεται να ξέρει ότι είμαι εδώ. για κάποιο λόγο όμως, μπορώ να διακρίνω ένα μειδίαμα στο πρόσωπό της.

στέκεται στην άκρη της πισίνας και βουτάει.

μοιάζει με όνειρο το οποίο βλέπω και απολαμβάνω συνειδητά. τα νερά της πισίνας κυλάνε πάνω στο κορμί της και το χρώμα που το καλύπτει δένει τέλεια. την κάνει να μοιάζει σαν να είναι γυμνή. οι παλμοί μου ανεβαίνουν. νιώθω την καρδιά μου να χτυπά τόσο γρήγορα όσο την χαζεύω να πηγαινοέρχεται από τη μια άκρη της πισίνας προς την άλλη.

τώρα σφίγγω την κουρτίνα ανάμεσα από τα δάχτυλά μου. νομίζω ότι φαντασιώνομαι πως θα ήταν να τα έχεις βυθισμένα μέσα σας μαλλιά της. να μπορώ να την τραβήξω κοντά μου.

ακόμη και όταν το βλέμμα μου εστιάζει στην αντανάκλασή μου, δεν με ενδιαφέρει πια. δεν νιώθω ίχνος ντροπής.

τι κι αν είμαι ηδονοβλεψίας?

όταν το αντικείμενο της ηδονής μου είναι χάρμα οφθαλμών...

δικαιολογούμαι.

οι πελάτες του ξενοδοχείου βγαίνουν στην επιφάνεια σιγά σιγά. κάποια παιδιά επιστρέφουν. οι γέροι παίρνουν τα πόστα τους στις βεράντες. όταν γίνονται αντιληπτοί από εκείνη, σταμάτα να κολυμπά. βγαίνει από την πισίνα, μαζεύει τα πράγματά της, ντύνεται και εξαφανίζεται από το πεδίο της όρασής μου.

πέφτω στο κρεβάτι μου και ακουμπάω το χέρι μου στην καρδιά μου γελώντας με τον εαυτό μου. κοροϊδεύοντας με για το πόσο γρήγορα χτυπάει. χαζεύω το ταβάνι και ξαναπαίζω σε επανάληψη μες στο μυαλό μου τις εικόνες που έχουν χαραχτεί μέσα του. η στιγμή που γδυνεται. το κορμί της. ο τρόπος που το νερό γλιστρούσε πάνω στο δέρμα της.

ακόμα και τώρα, μέσα στο μυαλό μου, χάρη στην ανάμνησή της, παραμένω ηδονοβλεψίας.

νιώθω απόλυτα άνετος με αυτό.

και φαίνεται στο ηλίθιο χαμόγελό μου.

συμμαζεύω τις σκέψεις μου. επιστρέφω στις σημειώσεις μου. χαίρομαι που έχω πολλή δουλειά. και διορίες. και υπάρχουν τόσοι άνθρωποι που έχουν προσδοκίες από εμένα. επειδή θα κρατήσουν το μυαλό μου απασχολημένο.

δίνω όρκο να δουλεύω όλη νύχτα ως μια μορφή αποτοξίνωσης από εκείνη και πιάνω αμέσως δουλειά.

επιτέλους η ψυχή μου θα βρει λίγη ηρεμ---

τοκ, τοκ, τοκ

κάποιος χτυπάει την πόρτα μου. ρίχνω μια ματιά στον εαυτό μου στον καθρέφτη να σιγουρευτώ ότι είμαι ευπαρουσίαστος και ανοίγω την πόρτα.

είναι εκείνη!

το πρώτο πράγμα που βλέπω είναι το χαμόγελό της.

"μην ανησυχείς! δεν ήρθα να καθαρίσω!"

"τι? α! χεχε! ναι, κανένα πρόβλημα! μπορείς να καθαρίσεις όποτε θες!"

είμαι ηλίθιος.

"ναι, αλλά όπως είπα δεν ήρθα να καθαρίσω."

είναι τόσο καλή που δεν δίνει σημασία.

"ναι, ε? πόσο πλάκα έχεις! και τότε? τι ήρθες να κάνεις?"

"ήρθα να σε ρωτήσω αν θέλεις να πάμε μαζί στο πάρτι που έχει το μπαρ λίγο πιο κάτω."

"μαζί? στο μπαρ? ναι, εννοείται! μισό να πάρω τα κλειδιά μου και..."

"δεν είναι τώρα! είναι αργά το βράδυ! αν θέλεις μπορούμε να βρεθούμε κάτω στο πάρκινγκ..."

"κανένα πρόβλημα! τι ώρα να είμαι εκ--"

"να πούμε μεσάνυχτα!"

"τέλεια."

"τέλεια."

"τέλεια."

τέλεια.